ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
Στο ανά χείρας βιβλίο παρατίθενται επιλεγμένα κείμενα του καθηγητή Ιωάννη Κούμαρη με αντικείμενο την Ελληνική Φυλή. Ο καθηγητής Ιωάννης Κούμαρης (1879-1970) υπήρξε ο πρωτοπόρος θεμελιωτής της Φυσικής Ανθρωπολογίας στην Ελλάδα και ο σημαντικότερος Έλληνας φυσικός ανθρωπολόγος του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα καθώς και επιστημονική φυσιογνωμία διεθνούς εμβέλειας.
Η ανακάλυψη της δομής του DNA από τους James Watson και Francis Crick το 1953 οδήγησε στην σταδιακή ανάπτυξη της γενετικής, η οποία έχει ανοίξει σήμερα νέους ορίζοντες στην μελέτη τόσο των ανθρώπων ως άτομα, όσο και των ανθρώπινων ομάδων.
Οι επακολουθήσασες μελέτες τόσο της φυσικής ανθρωπολογίας όσο και της γενετικής δικαίωσαν τα συμπεράσματα του Κούμαρη, τόσο για την "αυτοχθονία" των Ελλήνων όσο και για την ύπαρξη ενός πληθυσμιακού "κορμού" Ελλήνων, που είναι διακριτός τόσο από τους Σλάβους όσο και από τους Τούρκους. Υπό την οπτική αυτή, οι απόψεις του καθηγητή Ιωάννη Κούμαρη αποτελούν μία ενδιαφέρουσα ψηφίδα στην ιστορική πορεία της διαμόρφωσης της επιστημονικής γνώσης για το ελληνικό έθνος και, συνεπακόλουθα, της εθνικής μας αυτογνωσίας.
Η θεωρία περί "Ινδοευρωπαϊκής φυλής" χαρακτηριζόταν από τον Κούμαρη ως "κολοσσιαίο λάθος", καθώς ένωνε σε μία "φυλή" εντελώς διαφορετικούς ανθρωπολογικούς τύπους (π.χ. Άγγλους, Έλληνες και Ινδούς), ενώ, στην ουσία, επρόκειτο περί "ομοιογλωσσίας" διαφορετικών φυλών.
Επιπλέον, κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου δεν συμμεριζόταν τις ρατσιστικές θεωρίες του συρμού περί "ανωτέρων" και "κατωτέρων" φυλών, απέρριπτε την ναζιστική φυλετική θεωρία και καυτηρίαζε την αγριότητα που επέδειξαν οι Ναζί κατά των Εβραίων.
Γενικότερα, υποστήριζε ότι η Φυσική Ανθρωπολογία πρέπει να παραμείνει ουδέτερη και απολιτική υπογραμμίζοντας ότι τον θρησκευτικό φανατισμό δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τον αντικαταστήσει ο φυλετικός φανατισμός.
Υποστήριζε ότι στο πέρασμα των αιώνων καμμία "φυλή" δεν είχε μείνει τελείως "καθαρή" από "ξένες" προσμίξεις, όμως θεωρούσε ότι υπήρχε μία "ρέουσα σταθερ